Έλληνας διεθνολόγος στην Κωνσταντινούπολη: Είμαστε μπροστά σε ιστορικό συμβιβασμό Αθήνας – Άγκυρας

Ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης, τα τελευταία δέκα χρόνια, αναλύει τις προσδοκίες στα ελληνοτουρκικά, μετά την συμφωνία για διεξαγωγή του 61ου γύρου Διερευνητικών Επαφών

Μπροστά σε έναν ιστορικό συμβιβασμό εκτιμά ότι βρίσκονται Ελλάδα και Τουρκία το επόμενο διάστημα, ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Διευθυντής του Κέντρου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης, που θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση της έντασης και στις δύο πλευρές του Αιγαίου για δεκαετίες, ενώ θα φέρει ηρεμία και στα χερσαία σύνορα στον Έβρο. Όπως εξηγεί, μιλώντας αποκλειστικά στο ethnos, λίγες ώρες μετά την συμφωνία για διεξαγωγή του 61ου γύρου Διερευνητικών Επαφών, ο Έλληνας καθηγητής που διδάσκει τα τελευταία δέκα χρόνια στο πανεπιστήμιο της Πόλης, οι επιθετικές κινήσεις του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο για να διεθνοποιηθεί το ελληνοτουρκικό ζήτημα, αφύπνισαν τους Ευρωπαίους και πλέον η πίεση είναι τόσο στην Αθήνα όσο και στην Άγκυρα, όχι για να επιτευχθεί μία αποκλιμάκωση αλλά για να λύσουν πραγματικά τις διαφορές τους.

«Βρισκόμαστε σε μια φάση παραδειγματικής αλλαγής – δεν ξέρω, όμως, αν θα φτάσουμε εκεί. Υπάρχει η εξωτερική πίεση, από τον ευρωπαϊκό και αμερικανικό παράγοντα-και όσο αυτή θα συνεχίζεται, ενδέχεται, να αναγκάσει και τις δύο πλευρές να συμβιβαστούν σε ορισμένα πράγματα, τα οποία – υπό άλλες συνθήκες θα ήταν πολύ δύσκολο για την εκάστοτε ελληνική και τουρκική ηγεσία από μόνη της να το κάνουν. Ακόμη, όμως, και να καταλαγιάσουν τα πράγματα τις επόμενες δεκαετίες, αυτό δεν σημαίνει ότι στο εσωτερικό της Τουρκίας δεν θα υπάρχουν διεκδικήσεις. Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο σήμερα» δήλωσε στο ethnos.gr ο Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Kadir Has.

Για πρώτη φορά, όπως παρατηρεί, υπάρχει μια εξισορρόπηση των μηχανισμών μόχλευσης και αυτοί δεν είναι μόνο τουρκικοί. Απέναντι στις τουρκικές πιέσεις για μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη, η Γερμανία έβγαλε από τις αρχές του καλοκαιριού ταξιδιωτική οδηγία, απαγόρευσης ταξιδιού προς την γειτονική χώρα ενώ ναυαγεί και το ενδιαφέρον της αυτοκινητοβιομηχανίας VW να κατασκευάσει εργοστάσιό έξω από την Σμύρνη. «Όλα αυτά έχουν επιπτώσεις στους ξένους επενδυτές, στην αξία της τουρκικής λίρας, ενώ και οι οίκοι αξιολόγησης υποβαθμίζουν τη τουρκική οικονομία. Και υπάρχει μια οικονομική αλληλεξάρτηση με την ΕΕ να είναι μακράν ο πρώτος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας και η Τουρκία ο 5ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ. Ως εκ τούτου, η Άγκυρα δεν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει».

Όπως αποκάλυψε ο Δημήτρης Τριανταφύλλου «συζητάμε ένα μεγάλο πακέτο εφόσον δεν προχωρούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις το οποίο θα περιλαμβάνει συνέχιση της πολιτικής για τη μετανάστευση με έξτρα χρηματοδότηση για την Άγκυρα με την προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα κρατά τους μετανάστες, θα υπάρξει, ενδεχομένως, αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης με συγκεκριμένες πρόνοιες και κανόνες για να ενισχυθούν οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ των δυο πλευρών, κλπ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η Αθήνα δεν είναι κατά του μεγάλου πακέτου, αρκεί να υπάρχουν κανόνες συμπεριφοράς, ρήτρες όπως αυτές υπάρχουν στην ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας αλλά και στις σχέσεις καλής γειτονίας. «Και αυτά προσπαθεί η Ελλάδα να ενταχθούν στο πακέτο. Η Ευρώπη μπορεί να πιέσει την Άγκυρα γιατί η Τουρκία έχει ανάγκη πρόσβαση των εξαγωγών της στην Ευρώπη και γι’ αυτό πιστεύω ότι μπορεί να είμαστε ενόψει ενός ιστορικού συμβιβασμού. Γιατί και οι δύο πλευρές καταλαβαίνουν ότι δεν μπορεί αυτή η κατάσταση να συνεχιστεί άλλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ταπεινωθεί η Τουρκία γιατί μια χώρα ταπεινωμένη μπορεί να αντιδράσει με μη ορθολογικό τρόπο».

Το τρίπτυχο που επηρεάζει τη συμπεριφορά Ερντογάν

Για χρόνια η κεμαλική ελίτ θεωρούσε ότι ελέγχει την ιδεολογική κοσμική ταυτότητα και κατεύθυνση της χώρας και όλα περιστρέφονταν γύρω από αυτήν. Μετά την άνοδο του σημερινού κυβερνόντος κόμματος δόθηκε η ευκαιρία στον Ερντογάν να προβάλει ένα δικό του όραμα για το ποιο θα πρέπει να είναι το πολιτειακό σύστημα της χώρας, όπου το Ισλάμ θα έχει μεγαλύτερο και πιο φανερό πολιτικό και κοινωνικό ρόλο. «Και για να το καταφέρει ο Τούρκος πρόεδρος αυτό, πρέπει να αποδομήσει τον Ατατούρκ. Ο Ερντογάν αισθάνεται ότι του δίνεται η δυνατότητα, πλέον, να εφαρμόσει τις πεποιθήσεις του. Να αλλάξει το ιδεολόγημα της χώρας, ικανοποιώντας με τις κινήσεις του τις απαιτήσεις της πλειοψηφίας των υποστηριχτών του. Ταυτόχρονα, έχει επενδύσει στην επικρατούσα αίσθηση ότι η Τουρκία διαχρονικά απειλείται από διάφορες δυνάμεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό που θέλουν να την μειώσουν».

Επίσης, ως πολιτικός ηγέτης, μετράει τα «κουκιά» για να μπορέσει να κερδίσει τις επόμενες εκλογές για να μπορεί να ηγείται την χώρα το 2023 με αφορμή τον εορτασμό συμπλήρωσης 100 χρόνων από την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας θέλει να επιβάλει την ιδεολογία του στη σύγχρονη Τουρκία. Αυτό το τρίπτυχο επηρεάζει και τον τρόπο συμπεριφοράς του αλλά και για το που ανήκει η γειτονική χώρα».

«Στην Πόλη αισθάνομαι μια οικειότητα που δεν νομίζω ότι την αισθάνεται οποιοσδήποτε άλλος ξένος»

Και μπορεί η ελληνοτουρκική κρίση να μονοπωλεί τα δελτία ειδήσεων και τις εφημερίδες των δύο χωρών, δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο και στους κόλπους της τουρκικής κοινωνίας. «Όταν με ρωτούν από τον απλό ταξιτζή ή το μανάβη και καταλαβαίνουν από την προφορά μου ότι δεν είμαι Τούρκος και απαντώ ότι είμαι από το «Γιουνανιστάν» (Ελλάδα στα τούρκικα) αισθάνομαι μια οικειότητα που δεν νομίζω ότι την αισθάνεται οποιοσδήποτε άλλος ξένος». Η ελληνοτουρκική διένεξη δεν περνά ούτε στα τουρκικά αμφιθέατρα, τουλάχιστον όταν διδάσκει ο ίδιος, γιατί οι Τούρκοι φοιτητές είναι συντηρητικοί, πειθαρχημένοι και συγκρατημένοι. Ενδεικτικό είναι, ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης στον Έβρο ο κ. Τριανταφύλλου αναφέρθηκε στα γεγονότα εκείνων των ημερών με τους φοιτητές να είναι ‘μαγκωμένοι’. «Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, δεν είπαν τίποτα. Τρεις βδομάδες αργότερα ένας Τούρκος φοιτητής επανήλθε. «Δάσκαλε είχατε δίκιο. Το όλο θέμα ήταν μια κατευθυνόμενη και οργανωμένη πίεση προς την Ευρώπη», είπε ο Τούρκος φοιτητής.

Η Τουρκία είναι μια διχασμένη χώρα

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας στην Τουρκία ο Έλληνας καθηγητής παρατηρεί ότι η γειτονική χώρα δεν ακολουθεί πλέον μια κατεύθυνση που είναι κοντά στο ευρωπαϊκό μονοπάτι των αξιών και κανόνων. Αντίθετα, σε εξέλιξη βρίσκεται μια πολιτική και κοινωνική αλλαγή που διαπερνά όλη τη χώρα.

«Ο Ερντογάν, προσπάθησε για μια πιο δίκαιη κατανομή και της εξουσίας στη χώρα και του πως κάποιοι που έρχονται από τη περιφέρεια που είναι πιο συντηρητικοί, πιο θρήσκοι να έχουν ένα ρόλο και να ενσωματωθούν στην ευρύτερη κοινωνία. Και έτσι με αυτή τη λογική άρχισες να βλέπεις όλο και περισσότερες κοπέλες στην Πόλη με μαντίλα που προέρχονται από πιο συντηρητικά τμήματα της κοινωνίας, ενώ αυτό αποτυπώθηκε και στο φοιτητικό σώμα. Πλέον, δεν φοιτά μόνο σε κοσμικά πανεπιστήμια η παραδοσιακή ελίτ που προέρχεται από τα παραδοσιακά αστικά κέντρα της Πόλης, της Σμύρνης και της Άγκυρας αλλά σιγά-σιγά έβλεπες να δίνεται η δυνατότητα για να έρθουν για να σπουδάσουν και από τα βάθη της Ανατολής. Έτσι σήμερα το φοιτητικό σώμα αντικατοπτρίζει καλύτερα στο τι είναι η τουρκική κοινωνία σε σχέση με τι ήταν πριν χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κοσμικοί και συντηρητικοί να επικοινωνούν μεταξύ τους. Ουσιαστικά, είναι μια διχασμένη χώρα, ενωμένη μόνο στην πεποίθηση ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν την κατανοεί και θέλει το κακό της».

Ωστόσο, αν και επιχειρήθηκε αυτό το άνοιγμα στα μεσαία και χαμηλά αστικά στρώματα από την άλλη, τα τελευταία χρόνια έφυγαν από τη γειτονική χώρα και πολλοί ξένοι φοιτητές αλλά και καθηγητές, κυρίως από την Ευρώπη. επίσης, τα τελευταία χρόνια ενώ και αρκετοί Τούρκοι ακαδημαϊκοί μετακόμισαν στο εξωτερικό γιατί δεν ήθελαν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σε ένα πιο συντηρητικό περιβάλλον όπως αυτό διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια, ειδικά και μετά τα επεισόδια στο πάρκο Γκεζί του 2013 και την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016.

Από την Ρόδο στην Κωνσταντινούπολη

Έλληνας που σπούδασε και μεγάλωσε στην Αμερική αλλά και δίδαξε στην Μεγάλη Βρετανία, ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, είχε την πρώτη του επαφή με την ελληνική παιδεία στο πανεπιστήμιο ως καθηγητής στο τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου με έδρα τη Ρόδο. «Ενδιαφέρουσα εμπειρία αλλά για διάφορους λόγους έτσι όπως είναι δομημένα τα ελληνικά ΑΕΙ ήταν κάτι που δεν με γέμιζε. Ένιωσα απογοήτευση αν και, αν μου δοθεί η ευκαιρία ενδεχομένως να ξαναδίδασκα σε ελληνικό πανεπιστήμιο. Απλά τότε θεώρησα ότι έπρεπε να κάνω κάτι άλλο».

Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 αλλά και ο εμπρησμός της τράπεζας Marfin το 2010 που κόστισε τη ζωή σε 3 νέους ανθρώπους σημάδεψαν τον κ. Τριανταφύλλου, ωθώντας τον να πάρει την απόφαση να φύγει. «Συζητούσα το συγκλονιστικό γεγονός της δολοφονίας Γρηγορόπουλου με την πρώτη ευκαιρία μέσα στο αμφιθέατρο με φοιτητές. Ώσπου τον λόγο ζήτησε ένας εκπρόσωπος φοιτητικής παράταξης. Του εξήγησα ότι μέσα στο μάθημα μπορεί να πάρει θέση μόνο ως φοιτητής και ότι ως εκπρόσωπος φοιτητικής παράταξης δεν έχει ρόλο. Δεν δέχτηκε και αποχώρησε…. Αυτή δεν είναι η χώρα μου,» μονολόγησε. τότε. «Δύο χρόνια αργότερα κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας για το μέλλον της Ευρώπης μερικές ημέρες μετά την τραγωδία της Marfin, ζήτησε από τους φοιτητές να τηρήσουν ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων της Marfin. Κάποιοι ακραίοι προτίμησαν να σηκωθούν και να φύγουν. Αυτή δεν είναι η χώρα μου είπα ξανά και πήρα την μεγάλη απόφαση να φύγω από το ελληνικό πανεπιστήμιο και την Ελλάδα».

Το 2010, άρπαξε την πρόκληση να διδάξει στο πανεπιστήμιο του Kadir Has στην Πόλη ως Έλληνας διεθνολόγος σε Τούρκους φοιτητές. «Όλα αυτά που κάνω εδώ, τις δράσεις μη τυπικής εκπαίδευσης πέρα από το αμφιθέατρο, όπως συνέδρια, σεμινάρια και συναντήσεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, αναζητώντας λύσεις στα κοινά προβλήματα θα ήθελα να τις κάνω στη χώρα μου. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Στο πανεπιστήμιο μου στην Πόλη δεν έχω αισθανθεί ποτέ τίποτα πέρα από μια οικειότητα και υποστήριξη, οτιδήποτε και αν ήθελα να κάνω. Αυτό που μου έχει διδάξει η δεκαετία που βρίσκομαι στην Τουρκία είναι η ανάγκη συνεχής προσπάθειας να δημιουργηθούν οι συνθήκες για διάλογο μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων ως προϋπόθεση ενίσχυσης της εμπιστοσύνης προς τον άλλον. Δεν έχουνε την πολυτέλεια επανάπαυσης», κατέληξε.

Πηγή: ethnos.gr