Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;

Ευαγγέλιο Κυριακής Η Λουκά – Ο Καλός Σαμαρείτης…

Μια μέρα πλησίασε τον Ιησού ένας νομικός, που ήθελε να τον πειράξει και του είπε: «Δάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;».

Ο Ιησούς του απάντησε: «Τι γράφει στο Νόμο; Εσύ μελετάς το Νόμο. Ξέρεις λοιπόν τι γράφει». Και είπε ο νομικός: «Να αγαπήσεις τον Κύριο και Θεό σου με όλη σου την καρδιά κι όλη σου την ψυχή κι όλη σου τη δύναμη κι όλο σου το νου και να αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου». Τότε του αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Πολύ σωστά απάντησες. Αυτά να κάνεις και θ’ αποκτήσεις την αιώνια ζωή».

Ο νομικός, θέλοντας να δικαιολογηθεί γιατί έκαμε αυτή την ερώτηση στον Χριστό, ξαναρώτησε: «Και ποιος είναι για μένα ο πλησίον;».

Πήρε λοιπόν αφορμή από αυτή την ερώτηση ο Χριστός και είπε την εξής παραβολή:

Ένας άνθρωπος κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα προς την Ιεριχώ. Στο δρόμο έπεσε στα χέρια ληστών. Αυτοί αφού του πήραν όσα πράγματα είχε, του έκλεψαν και τα ρούχα, τον πλήγωσαν κι έτσι μισοπεθαμένο τον άφησαν στην ερημιά. Κατά σύμπτωση από εκείνον το δρόμο περνούσε ένας ιερέας. Αυτός είδε τον πληγωμένο, αλλά τον προσπέρασε χωρίς να τον βοηθήσει. Σε λίγο έφτασε στον τόπο εκείνο κι ένας λευίτης, δηλαδή νεωκόρος στο Ναό. Είδε κι αυτός τον πληγωμένο, αλλά κι αυτός έφυγε χωρίς να βοηθήσει. ΄Ένας περαστικός Σαμαρείτης όμως, πλησίασε και μόλις είδε τον χτυπημένο τον λυπήθηκε.

Αμέσως κατέβηκε από το ζώο του, περιποιήθηκε τις πληγές με κρασί και λάδι και τις περιέδεσε. Έπειτα τον φόρτωσε στο ζώο του και τον μετέφερε σ’ ένα πανδοχείο. Έδωσε μάλιστα στον ξενοδόχο αρκετά χρήματα και του είπε: «Περιποιήσου τον πληγωμένο μέχρι να γίνει καλά. Αν σου χρειαστούν περισσότερα χρήματα, στο γυρισμό θα σου τα δώσω».

Μετά ο Ιησούς ρώτησε τον νομικό: «Λοιπόν, ποιος από τους τρεις φέρθηκε ως πλησίον σ’ αυτόν τον άτυχο που έπεσε στα χέρια των ληστών;». Κι εκείνος απάντησε: «Αυτός που έδειξε ευσπλαχνία». «Πήγαινε λοιπόν και κάμε κι εσύ το ίδιο», είπε ο Ιησούς (Πορεύου καί σύ καί ποίει ὁμοίως).

Μια παραβολή, που δείχνει όχι μόνο το δρόμο που οδηγεί τον άνθρωπο στον ουρανό, αλλά και το δρόμο που οδηγεί τον άνθρωπο στην κοινωνική ευτυχία…

Η παραβολή αυτή μας δίνει το κλειδί, με το οποίο οι άνθρωποι μπορούν να λύσουν το λεγόμενο κοινωνικό πρόβλημα. Το χρυσό κλειδί της ευτυχίας βρίσκεται στα λίγα λόγια, που είπε ο Χριστός στο τέλος της παραβολής σαν συμπέρασμα:

Πορεύου και συ ποίει ομοίως (Λουκ. 10, 37).

Πήγαινε, δηλαδή, κ’ εσύ και κάνε το ίδιο με τον καλό Σαμαρείτη. Δείξε αγάπη, όπως έδειξε εκείνος. Αγάπη όχι μόνο στα λόγια, αλλά και με έργα. Αγάπη όχι μόνο στους συγγενείς και φίλους, αλλά και σε κάθε άνθρωπο, ακόμη και στον εχθρό. Αγάπη πανανθρώπινη. «Πορεύου και συ ποίει ομοίως» (αυτ.) Αυτή την απάντηση έδωσε ο Χριστός σ’ ένα νομικό, σ’ ένα δηλαδή δικηγόρο της εποχής του, που έκανε τον έξυπνο και νόμιζε πως μπορούσε με τις ερωτήσεις του να μπλέξει το Χριστό. Ο νομικός είχε υποβάλει δυο ερωτήσεις στο Χριστό.

Η πρώτη ερώτηση ήταν:

Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή; (Λουκ. 10, 25).

Ο Χριστός ανάγκασε το νομικό να απαντήσει ο ίδιος και να πει, ότι για να κερδίσει κανείς την αιώνια ζωή πρέπει να τηρήσει το νόμο της αγάπης προς το Θεό και προς τον πλησίον. Ο νομικός απάντησε ορθά. Αλλ’ επειδή ήθελε να δικαιολογηθεί για την πρώτη ερώτηση που έκανε, αρπάζεται από τη λέξη «πλησίον» και κάνει τη δεύτερη αυτή ερώτηση:

Και ποιός είνε ο πλησίον μου; (Λουκ. 10,29).

Στο δεύτερο αυτό ερώτημα ο Χριστός απήντησε με παραβολή, τη παραβολή του καλού Σαμαρείτου. Σ’ αυτή την παραβολή δύο κυρίως άνθρωποι ζωγραφίζονται. Ο άνθρωπος που έχει ανάγκη, και ο ελεήμον άνθρωπος που σπεύδει και βοηθεί.

Ερμηνεία Ευαγγελίου Κυριακής Η Λουκά – Το «πανδοχείον»

Στις λίγες γραμμές του μικρού αυτού κηρύγματος δεν είναι δυνατόν ν’ αναλύσουμε την παραβολή. Ας ρίξουμε μόνο λίγα βλέμματα.

Ένας άνθρωπος, λέει η παραβολή, ξεκίνησε από τα Ιεροσόλυμα και πήγαινε σε μια άλλη πόλι, την Ιεριχώ. Είχε διανύσει ήσυχα ένα αρκετό διάστημα του δρόμου. Αλλ’ όταν έφτασε σε μια απόμερη και έρημη τοποθεσία, άγριοι άνθρωποι, ληστές, έπεσαν επάνω του, τον χτύπησαν, τον έγδυσαν, τον πλήγωσαν ολόκληρο, φοβερά, του αφαίρεσαν ό,τι είχε, τον άφησαν μισοπεθαμένο, κ’ εξαφανίστηκαν. Ο άνθρωπος σ’ αυτή την κατάσταση που ήταν δεν μπορούσε να σηκωθεί. Μόνο στέναζε και βογκούσε από τους πόνους.

Από το μέρος εκείνο πέρασαν τρείς. Ο πρώτος ήταν ιερεύς. Και σαν ιερεύς έπρεπε να δείξει αγάπη στον τραυματισμένο άνθρωπο. Αλλ’ αυτός έριξε μια ματιά και προσπέρασε αδιάφορος, συνεχίζοντας το δρόμο του.

Ο δεύτερος που πέρασε από τον τόπο του εγκλήματος ήταν λευΐτης, πρόσωπο δηλαδή που υπηρετούσε μέσα στο ναό του Θεού σαν νεωκόρος ή μάλλον σαν διάκονος. Δυστυχώς φάνηκε κι αυτός σκληρός. Πλησίασε μόνο από περιέργεια, είδε απλώς τον κατάκοιτο άνθρωπο, και έφυγε. Ο πληγωμένος και κατάκοιτος άνθρωπος κινδύνευε πιά να πεθάνει. Αλλά να, τρίτος διαβάτης φτάνει στον τόπο του δυστυχήματος.

Ο τρίτος αυτός διαβάτης ήταν Σαμαρείτης, άνθρωπος δηλαδή από τη χώρα της Σαμαρείας, που βρισκόταν σε έχθρα με την Ιουδαία. Οι Ιουδαίοι μισούσαν τους Σαμαρείτες και οι Σαμαρείτες μισούσαν τους Ιουδαίους.

Μπορείτε να φαντασθείτε, τι τρόμο θα πήρε ο πληγωμένος Ιουδαίος, όταν με τα μισοσβησμένα μάτια του αντίκρυσε τον Σαμαρείτη, τον εχθρό. Ώ, χάθηκα! θα είπε. Αυτός ο Σαμαρείτης θα με αποτελειώσει τώρα. Και όμως!

Ο Σαμαρείτης δεν έδειξε εχθρική διαγωγή. Αντιθέτως μάλιστα. Έδειξε ευγενή αισθήματα. Έδειξε αγάπη. Αγάπη έμπρακτη. Κατέβηκε από το ζώο του, έπλυνε τις πληγές με κρασί, τις έλειψε με λάδι και τις έδεσε με επιδέσμους. Τον πήρε κατόπιν, τον ανέβασε στο ζώο του και τον μετέφερε στο πανδοχείο. Τα πανδοχεία ήταν ένα είδος ξενοδοχείων και ήταν συνήθως χτισμένα σε ερημικά μέρη, κοντά στους δημοσίους δρόμους. Ήταν σαν χάνια, που υπήρχαν προ ετών σε ορεινά μέρη της πατρίδος μας.

Στα πανδοχεία σταματούσαν οι διαβάτες, ξεκουράζονταν αυτοί και τα ζώα τους, έτρωγαν, έπιναν και διανυκτέρευαν. Σ’ ένα πανδοχείο λοιπόν έφερε τον πληγωμένο άνθρωπο ο καλός Σαμαρείτης. Έμεινε μαζί του όλη τη νύχτα. Του πρόσφερε ό,τι μπορούσε. Και το πρωί, προτού φύγει, έβγαλε και πλήρωσε τον ιδιοκτήτη του πανδοχείου. Και τον παρακάλεσε, να περιποιηθεί τον άνθρωπο, κι ό,τι επί πλέον θα ξόδευε, υποσχέθηκε ότι θα τα πληρώσει όταν θα επιστρέψει πάλι.

Αυτή με λίγα και απλά λόγια είναι η παραβολή. Κι όταν τελείωσε ο Χριστός, ρώτησε το νομικό:

Ποιος από τους τρείς διαβάτες νομίζεις ότι έγινε ο πλησίον του ανθρώπου που έπεσε στα χέρια των ληστών;

Και ο νομικός απάντησε:

Εκείνος που έκανε το έλεος σ’ αυτόν.

Και τότε ο Χριστός του είπε:«Πορεύου και συ ποίει ομοίως», πήγαινε κ’ εσύ κάνε το ίδιο (Λουκ. 10, 36-37).

Παραβολή Ευαγγελίου Κυριακής Η Λουκά

Η παραβολή, αγαπητοί μου, είναι μια διήγηση με τη οποία ο Κύριος άλλα λέει και άλλα εννοεί. Δεν θα εξηγήσουμε εδώ όλα τα σημεία και τις λεπτομέρειες της παραβολής. Λέμε μόνο γενικά, ότι ο άνθρωπος, που έπεσε στους ληστάς, είναι κάθε άνθρωπος, είναι όλη η ανθρωπότητα. Ληστές είναι οι δαίμονες. Οι φοβερές πληγές είναι οι αμαρτίες. Αυτές πληγώνουν και θανατώνουν τον άνθρωπο σωματικά και πνευματικά.

Ο άνθρωπος, χτυπημένος από τους δαίμονες και την αμαρτία, περιέρχεται σε μια τέτοια κατάσταση αδυναμίας, που μόνος του δεν μπορεί να σωθεί. Και οι δυο πρώτοι, διαβάτες, που πέρασαν και είδαν απλώς και τίποτε δεν πρόσφεραν στον τραυματισμένο, είναι οι άλλοι άνθρωποι, που – οσοδήποτε μεγάλοι και αν φαίνονται – δεν έχουν τη δύναμι να σώσουν το δυστυχισμένο άνθρωπο από τις αμαρτίες του.

Ο δε καλός Σαμαρείτης ποιος είναι; Είναι ο ίδιος ο Χριστός. Μήπως οι ίδιοι οι Εβραίοι δεν ονόμασαν περιφρονητικά το Χριστό μας Σαμαρείτη; Έ λοιπόν αυτός που τον περιφρονούσαν σαν Σαμαρείτη και έβριζαν και τον χλεύαζαν, αυτός έγινε ο πλησίον του ανθρώπου. Αυτός έσκυψε πάνω από τον πονεμένο άνθρωπο, αυτός άκουσε τους χτύπους της καρδιάς του, αυτός τον πόνεσε και τον σπλαχνίστηκε, αυτός σταυρώθηκε και έχυσε το αίμα του γι’ αυτόν.

Τρία χρόνια υπηρετούσε και ευεργετούσε ο Χριστός τον άνθρωπο εδώ πάνω στη γη με μια αγάπη απέραντη. Και όταν ο Χριστός αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς, δεν εγκατέλειψε την ανθρωπότητα. Προνόησε γι’ αυτήν. Προνόησε για όλους τους αμαρτωλούς όλων των αιώνων. Προνόησε, να έχουν όλα τα πνευματικά μέσα για τη σωτηρία τους, να μην τους λείψει τίποτε. Και για το σκεπό αυτό ίδρυσε την Εκκλησία.

Αυτή είναι το πανδοχείο που, όπως και η λέξεις δείχνει, δέχεται όλους τους ανθρώπους, αρκεί να θέλουν να σωθούν και να συμμορφωθούν με τις οδηγίες του Χριστού. Στο πνευματικό αυτό πανδοχείο, στην Εκκλησία, υπηρετούν οι κληρικοί, που έχουν εντολή απ’ το Χριστό να προσφέρουν στους ανθρώπους κάθε βοήθεια που συντελεί στην σωτηρία τους. Υπάρχουν στην Εκκλησία όλα τα μέσα για να σωθεί ο άνθρωπος.

Η Εκκλησία είναι το πανδοχείο. Η Εκκλησία είναι το ιατρείο. Και ποιος, Χριστέ μου, που καταφεύγει στο ιατρείο σου, δεν θεραπεύεται;
Όλοι αδελφοί μου, στο πανδοχείο, όλοι στο ιατρείο του Χριστού!

Μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης

Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών. Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»