Εγώ ειμί ο Ων: Ο Ζωντανός Θεός, αυτός που υπάρχει και υπήρχε πάντα, και πάντα θα υπάρχει, και αυτός που ήρθε και θα ξανάρθει

«Εγώ ειμί ο Ων»…

Το όνομα του Θεού γράφεται στα εβραϊκά με τέσσερα γράμματα (Ιαβέ) και διαβάζεται Γιαχβέ. Όταν αργότερα (τον 3ο αι. π.Χ.) η Παλαιά Διαθήκη μεταφράστηκε στα ελληνικά το όνομα αποδόθηκε με τη φράση «εγώ ειμί ο Ων» και σημαίνει: ο ων, ο υπάρχων, ο ζων. Οι ιδιότητες του χαρακτηρίζονται με τα επίθετα: Παντογνώστης, Πάνσοφος, Παντοδύναμος, Παντοκράτωρ, που δημιούργησε τα πάντα, προνοεί, συντηρεί και κυβερνά τον κόσμο.

Όταν ο Θεός είπε στο Μωυσή το όνομα του, «εγώ ειμί ο Ων», φανέρωσε στους ανθρώπους ότι δεν είναι μια δύναμη αόριστη, που κατευθύνει τον κόσμο από μακριά, αλλά ότι είναι πρόσωπο, είναι Πατέρας γεμάτος αγάπη και στοργή για τα παιδιά του.

Με τη φανέρωση του στο Μωυσή, προετοίμασε τους ανθρώπους να καταλάβουν ποιος θα ήταν ο ρόλος του στην ιστορία του λαού του και ολοκλήρου του ανθρώπινου γένους.

Ο Θεός ήρθε…

Εις την αρχήν της πνευματικής και υλικής δημιουργίας, άναρχος και προαιώνιος, υπήρχεν ο Υιός και Λογος του Θεού. Και ο Λογος ήτο πάντοτε αχώριστος από τον Θεόν και πλησιέστατα προς αυτόν, και ο Λογος ήτο Θεός απειροτέλειος, όπως ο Πατήρ και το Αγιον Πνεύμα. (Ιω. 1,1)

Αυτός υπήρχεν εις την αρχήν της δημιουργίας ηνωμένος προς τον Θεόν. (Ιω. 1,2)

Ο Υιός και Λογος του Θεού ήτο πάντοτε το αληθινόν φως, το οποίον φωτίζει κάθε άνθρωπον, που έρχεται στον κόσμον. (Ιω. 1,9)

Ητο εξ αρχής στον κόσμον, ως δημιουργός και κυβερνήτης, και ο κόσμος όλος, ορατός και αόρατος, έλαβεν ύπαρξιν δι’ αυτού. Και όμως όταν το φως, ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, ο κόσμος δεν τον ανεγνώρισε και δεν τον εδέχθη. (Ιω. 1,10)

Εφαρμόστε τον νόμο του θεού

Ο Ιωάννης μαρτυρεί δι’ αυτόν και κράζει με μεγάλην φωνήν, λέγων· “αυτός ήτο εκείνος, δια τον οποίον σας είπα, ότι ο ερχόμενος ύστερα από εμέ είναι ασυγκρίτως ανώτερος από εμέ, διότι ως Υιός μονογενής του Πατρός υπήρχε ήδη, πριν εγώ γεννηθώ”. (Ιω. 1,15)

Και από τον άπειρον πνευματικόν πλούτον αυτού όλοι ημείς ελάβαμεν και χάριν επάνω εις την χάριν. (Ιω. 1,16)

Διότι ενώ ο νόμος εδόθη δια του Μωϋσέως, δούλου του Θεού, η χάρις και η αλήθεια ήλθαν δια του Ιησού Χριστού, Υιού του Θεού. (Ιω. 1,17)

Τον Θεόν κανείς ποτέ δεν έχει ίδει. Ο Υιός ο μονογενής, που υπάρχει προαιωνίως πάντοτε στον κόλπον του Πατρός, εκείνος εφανέρωσεν εις ημάς και κατέστησε γνωστόν τον Θεόν. (Ιω. 1,18)

Πρέπει δε να ξέρετε, ότι εις την βασιλείαν των ουρανών δεν θα εισέλθη καθένας, που απλώς με επικαλείται και με προσφωνεί, Κυριε, Κυριε, αλλά εκείνος που εφαρμόζει το θέλημα του ουρανίου Πατρός μου. (Ματθ. 7,21)

Κατά την μεγάλην και επίσημον εκείνην ημέραν της κρίσεως πολλοί θα μου είπουν· Κυριε, Κυριε, με την πίστιν στο όνομά σου δεν επροφητεύσαμεν και με την δύναμιν του ονόματός σου δεν εδιώξαμεν δαιμόνια και χάρις στο όνομά σου, που επεκαλεσθήκαμεν, δεν εκάμαμεν θαύματα πολλά και μεγάλα; (Ματθ. 7,22)

Και τότε εγώ θα βροντοφωνήσω εις αυτούς ενώπιον όλων, ότι ποτέ δεν σας ανεγνώρισα ως ιδικούς μου· φύγετε από εμπρός μου σεις, που εργάζεσθε την ανομίαν και εχρησιμοποιήσατε τα χαρίσματά μου δια την ιδικήν σας επίδειξιν και ωφέλειαν. (Ματθ. 7,23)

Θα ξανάρθει

Ιδού, έρχετε ο Κυριος με τας νεφέλας του ουρανού, σαν ένδοξος Θεός που είναι, και θα τον ίδη κάθε μάτι, όλοι ανεξαιρέτως και αυτοί, που δεν πιστεύουν, και εκείνοι που τον εσταύρωσαν και τον ελόγχισαν επάνω στον σταυρόν· και όλαι αι φυλαί της γης, που ηρνήθησαν να πιστεύσουν εις αυτόν θα καταληφθούν από φόβον και τρόμον και θα θρηνολογήσουν με πικράν μεταμέλειαν δια την απιστίαν, που έδειξαν προς αυτόν. Ναι, αμήν. (Αποκ. 1,7)

“Εγώ είμαι το Α και το Ω και κλείω στον άπειρον εαυτόν μου την αρχήν και το τέλος όλης της δημιουργίας”, λέγει Κυριος ο Θεός, ο οποίος έχει από τον εαυτόν του προαιωνίαν και τελείαν ύπαρξιν και υπήρχε προαιωνίως χωρίς αρχήν και θα υπάρχη αιωνίως στο μέλλον χωρίς τέλος, ο εξουσιαστής και κύριος του παντός. (Αποκ. 1,8)